Με τη δικαιολογία ότι «έχουμε πολλά ακόμα να μάθουμε για τον νέο κορονοϊό», η διαχείριση της πανδημίας από τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο χαρακτηρίζεται από πολλές αντιφάσεις, που γεννούν ερωτήματα. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, τα τεστ, που υποτίθεται δεν ήταν απαραίτητα πριν από ένα μήνα, σήμερα υπάρχει κατεύθυνση να γενικευτούν και η κυβέρνηση διαφημίζει την απόφασή της να τα αυξήσει και να τα επεκτείνει σε ομάδες του πληθυσμού.
Αλλά και για τις μάσκες υπήρξε πολλή συζήτηση, πριν η επιστημονική επιτροπή ανακοινώσει τελικά ότι επιβάλλεται η γενικευμένη χρήση τους σε κλειστούς χώρους και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, όπου τώρα αυξάνονται ξανά οι επιβάτες λόγω άρσης των περιορισμών. Παρ' όλα αυτά, σε χώρες της Ασίας, που χτυπήθηκαν νωρίτερα από την πανδημία, βάσει ερευνών η χρήση μάσκας αποδείχθηκε σωτήρια, ενώ και στην Ευρώπη, εκεί που γίνονταν περισσότερα τεστ υπήρξε και πιο στοχευμένη διαχείριση των μέτρων αυτοπεριορισμού.
Προς επιβεβαίωση αυτών των αντιφάσεων και στη χώρα μας, πρόσφατη μελέτη που αναπαράγει ο ΠΟΥ διαπιστώνει ότι ο εβδομαδιαίος έλεγχος των υγειονομικών και άλλων ομάδων κινδύνου θα μπορούσε να μειώσει τη μετάδοση του ιού μεταξύ 25% - 33%! Κι αυτό επειδή ένα ποσοστό 20% - 50% από τους φορείς της νόσου είναι ασυμπτωματικοί, για τους οποίους βέβαια δεν προβλέπεται κανένα τεστ από το κράτος, λόγω αυξημένου κόστους!
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, η μεταδοτικότητα των ασυμπτωματικών ατόμων θεωρείται είτε ισοδύναμη είτε χαμηλότερη από αυτή των συμπτωματικών, ανάλογα με το ιικό φορτίο, ενώ περίπου το 40% της μετάδοσης από συμπτωματικές λοιμώξεις συμβαίνει πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων. Σίγουρα ένας νέος ιός κρύβει μυστικά. Ομως δεν είναι η μοναδική πηγή αντιφατικών τοποθετήσεων. Τέτοια είναι και η προσαρμογή των επιστημονικών δεδομένων στις κάθε φορά πολιτικές αποφάσεις διαχείρισης της επιδημίας, με μοναδικό μοχλό την «ατομική ευθύνη» και με ουσιαστικό κριτήριο τις «αντοχές» του κράτους και τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας.