Του Γιάννη Παπαζαχαρία
Τα μέτρα που πάρθηκαν για την αναπροσαρμογή της λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων λόγω του COVID-19 περιλαμβάνουν εκτός των άλλων: Την αναστολή χειρουργείων και ιατρικών πράξεων (επεμβατικών και διαγνωστικών) μέχρι νεωτέρας, το κλείσιμο των απογευματινών εξωτερικών ιατρείων και των περισσότερων πρωινών (τα οποία μάλλον οδεύουν όλα προς κλείσιμο).Οι περιορισμοί αυτοί, λένε, στοχεύουν στη μείωση του κινδύνου έκθεσης στον κορονοϊό μέσα στα νοσοκομεία, τόσο ασθενών όσο και του προσωπικού. Ταυτόχρονα, δίνουν την ευκαιρία για ανακατανομή του προσωπικού με κατεύθυνση την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Με την πρώτη ματιά, τα μέτρα αυτά φαίνονται λογικά και απαραίτητα. Παρόμοια, άλλωστε, πάρθηκαν στις περισσότερες χώρες που πλήττονται από τον ιό.
Οι εκτιμήσεις, όμως, για την εξέλιξη της πανδημίας δείχνουν ότι η αντιμετώπισή της δεν είναι θέμα λίγων ημερών. Αντίθετα, φαίνεται ότι στην Ελλάδα τώρα εισερχόμαστε στο κύριο «κύμα» της νόσου.
Το κύριο ερώτημα που προκύπτει είναι: Τι θα γίνει με τις τεράστιες ομάδες ασθενών με χρόνια νοσήματα ή εξελισσόμενη νόσο; Ανθρωποι, δηλαδή, που ανήκουν εξ ορισμού στις ευπαθείς ομάδες και που πρέπει να προστατευθούν περισσότερο.
Κάποια παραδείγματα:
1. Οι εξελίξεις στο νοσοκομείο «Σωτηρία», όπου ολόκληρες κλινικές (κυρίως πνευμονολογικές) μετατρέπονται ουσιαστικά σε «κλινικές κορονοϊού». Ασθενείς με σοβαρές χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις χάνουν όχι μόνο το ραντεβού που περίμεναν μήνες, αλλά και πλήρη επαφή με τον θεράποντα ιατρό. Μένουν «στον αέρα» σε ό,τι αφορά τόσο τη συνέχιση της θεραπείας τους όσο και την παρακολούθηση της υγείας τους.
2. Ανάμεσα στις τραγικότερες περιπτώσεις είναι, βέβαια, οι ογκολογικοί ασθενείς. Τι σημαίνει επιτρέπονται μόνο τα έκτακτα χειρουργεία; Ο καρκίνος, δηλαδή, μπορεί να περιμένει; Πώς θα φτάσουν με ασφάλεια οι ασθενείς αυτοί στο χειρουργικό τραπέζι και στα ογκολογικά φάρμακα; Στο Γενικό Ογκολογικό Νοσοκομείο Κηφισιάς γίνεται κουβέντα για αναστολή της λειτουργίας ακόμα και του Τμήματος Επειγόντων. Διασφαλίζεται η πρόσβαση, παρακολούθηση και θεραπεία των καρκινοπαθών στο νοσοκομείο; Πώς διαμορφώνεται, ακριβώς, το κριτήριο για το ποιος προηγείται στην πρόσβαση στη θεραπεία τις μέρες της καραντίνας;
Ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι μια αισθητική πλαστική επέμβαση μπορεί να περιμένει, ενώ μια οξεία ισχαιμία άκρου όχι. Είναι, όμως, αρκετά απλουστευτικό και χοντροκομμένο για να ταξινομήσει την ανθρώπινη ασθένεια. Καταδικάζει χιλιάδες ασθενών σε μικρότερη ή μεγαλύτερη επιβάρυνση της υγείας τους. Γιατί προγραμματισμένο, ψυχρό και χρόνιο δεν σημαίνει προαιρετικό.
«Δεν είναι δυνατόν να ορίσουμε το ιατρικό επείγον ενός περιστατικού αποκλειστικά και μόνο με κριτήριο το αν είναι προγραμματισμένο να χειρουργηθεί. Ενώ μερικές περιπτώσεις μπορούν να αναβληθούν επ' αόριστον, η συντριπτική πλειονότητα των περιστατικών σχετίζονται με προοδευτική νόσο (όπως καρκίνος, αγγειακή νόσος, ανεπάρκεια οργάνου) που θα συνεχίσει να εξελίσσεται με διάφορους ρυθμούς, ανάλογα με την ασθένεια», γράφει το Αμερικανικό Κολέγιο των Χειρουργών στις οδηγίες του για την αναστολή των χειρουργείων λόγω του κορονοϊού.
3. Χιλιάδες ασθενείς φέρουν βηματοδότη και απινιδωτή. Ο τακτικός έλεγχος των εμφυτεύσιμων συσκευών γίνεται μόνο σε λίγα νοσοκομεία της Αττικής, τα οποία διαθέτουν τμήμα ηλεκτροφυσιολογίας. Πού θα πάνε αυτοί οι ασθενείς;
Είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι αρκετές μη επείγουσες ιατρικές πράξεις γίνονται αργά ή γρήγορα πραγματικά επείγουσες. Που σημαίνει ότι, αντικειμενικά, πολλά περιστατικά, που θα αναβληθούν, σύντομα θα επιστρέψουν αρκετά επιβαρυμένα και θα χρειαστούν θεραπεία και πλέον, μάλιστα, υπό το καθεστώς του επείγοντος.Ρωτάμε τον πρωθυπουργό και όλους τους συμβούλους του. Τι θα κάνουν αυτοί οι ασθενείς;
Επειδή οι ασθένειες δεν «αναστέλλονται», επιβάλλεται με διαδικασίες κατεπείγοντος να γίνει επίταξη στις μονάδες του ιδιωτικού τομέα, για να μπορέσει να ανταποκριθεί το υγειονομικό σύστημα στις επερχόμενες αυξημένες ανάγκες, ώστε να μπορούν οι ασθενείς με χρόνιες νόσους - που δεν σχετίζονται με τον κορονοϊό, αλλά είναι έτσι κι αλλιώς σοβαρές - να εξεταστούν, να νοσηλευτούν, να θεραπευτούν. Αύριο κιόλας πρέπει να επιταχθούν τα εργαστήρια ηλεκτροφυσιολογίας των ιδιωτικών νοσοκομείων (όπως «ΙΑΣΩ», «Μετροπόλιταν», «Υγεία» που διενεργούν αυτές τις πράξεις και ακόμα και σήμερα κοστίζουν από 150 ευρώ και πάνω).
Αύριο κιόλας να επιταχθούν τα χειρουργεία, τα κρεβάτια, οι κλινικές, οι κλίνες ΜΕΘ.Το ίδιο να γίνει και με τους ιδιώτες γιατρούς, που είναι ως επί το πλείστον έμπειροι συνάδελφοι. Να ενταχθούν στο δημόσιο σύστημα Υγείας.
Θα λογαριαστούμε με αυτούς που διαμόρφωσαν το σύστημα Υγείας και τα νοσοκομεία με κριτήρια της αγοράς και όχι μεριμνώντας για επείγουσες καταστάσεις, όπως η σημερινή, για το ότι δεν έκαναν καμία πρόβλεψη, για να αντιμετωπιστούν οι αυξημένες υγειονομικές ανάγκες που θα αντιμετωπίσει ο λαός μέσα στις συνθήκες αυτές.
Τώρα αυτό που επείγει είναι να μη θρηνήσουμε ζωές. Η Ιταλία δεν είναι μακριά.
* O Γιάννης Παπαζαχαρίας είναι ειδικευόμενος Γενικός Χειρουργός, Γενικός γραμματέας του ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων στο ΚΑΤ