Οι εργασιακές σχέσεις και οι απαιτήσεις των δανειστών για αλλαγές στην
αγορά εργασίας τέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης που είχε σήμερα ο
υπουργός Εργασίας κ. Γιώργος Κατρούγκαλος με τους κοινωνικούς εταίρους
(ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ). Οι κοινωνικοί εταίροι είχαν προλάβει
πριν από τη συνάντηση να υπογράψουν νωρίτερα την παράταση της εθνικής
συλλογικής σύμβασης εργασίας, εξασφαλίζοντας έως το τέλος του 2015
σημαντικά επιδόματα, όπως το επίδομα γάμου (10% του μισθού) για τους
εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Ο οργανωτικός γραμματέας της ΓΣΕΕ κ. Βαγγέλης Μουτάφης μετά το τέλος της συνάντησης δήλωσε: «Εισπράξαμε πλήθος καλών προθέσεων σε δρόμους όμως στρωμένους με αγκάθια, με θύματα εργαζόμενους, συνταξιούχους και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σήμερα, επί της ουσίας, μας ζητήθηκε να νομιμοποιήσουμε τις μνημονιακές πολιτικές, με άλλοθι προσχηματικούς διαλόγους. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να παίξουμε αυτό το παιχνίδι.
Η ΓΣΕΕ δεν θα γίνει το όχημα αυτών των πολιτικών».
Η ΕΣΕΕ επισήμανε ότι το εργατικό κόστος στην Ελλάδα επιβαρύνεται υπέρμετρα από το αδικαιολόγητα και χωρίς ανταποδοτικότητα υψηλό μη μισθολογικό κόστος. Αποτέλεσμα είναι, παρά τις πρόσφατες μειώσεις, να έχουμε από τα υψηλότερα μη μισθολογικά κόστη της Ευρωζώνης, ενώ οι πραγματικοί μισθοί των εργαζομένων είναι πολύ χαμηλοί.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης πρότεινε συνολική μείωση 5% του μη μισθολογικού κόστους για τους συνεπείς επιχειρηματίες, φορολογικά κίνητρα και επιδότηση της εργασίας στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Ο κ. Κατρούγκαλος χαιρέτησε τη συμφωνία των εταίρων επισημαίνοντας ότι έως τη λήξη της παράταση θα ληφθούν νομοθετικές ώστε να επανέλθει το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Για τα ανοικτά θέματα της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές και για τις συναντήσεις του στην Ευρώπη, προκειμένου η ελληνική πλευρά να βρει υποστηρικτές, ο υπουργός Εργασίας δήλωσε τα εξής: «Η πρόθεσή μας είναι το εργασιακό να μην αποτελέσει απλώς διμερές θέμα μεταξύ της χώρας μας και των δανειστών μας αλλά ευρωπαϊκό. Ακριβώς γιατί το μνημόνιο δεν περιέχει ποιες θα είναι οι ρυθμίσεις στον τομέα αυτό. Προβλέπει απλώς να ληφθούν υπόψη οι καλές ευρωπαϊκές πρακτικές. Άρα, αν θα συμφωνήσουμε ότι συνιστά καλή ευρωπαϊκή πρακτική ο κοινωνικός διάλογος ή αν θα συμφωνήσουμε ότι καλή ευρωπαϊκή πρακτική είναι αντίθετα η πλήρης απορρύθμιση και ελαστικότητα των εργασιακών σχέσεων, αυτό θα προσδιορίσει όχι μόνο τι σημαίνει εργατικό δίκαιο στην Ελλάδα αλλά και τι θα συμβεί αύριο στη Ρώμη, τη Μαδρίτη και το Παρίσι. Γι’ αυτό το λόγο την ερχόμενη εβδομάδα έχω συνάντηση με το γενικό διευθυντή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, η οποία πετύχαμε να αποτελεί το θεσμικό σύμβουλο της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας και στις 12 Οκτωβρίου με έχει καλέσει η Επιτροπή Απασχόλησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να παρουσιάσω τις απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης και να ζητήσω, όπως έκανε ήδη ο πρωθυπουργός με τη δική του επιστολή στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή Απασχόλησης να έχει ένα χαρακτήρα συνολικής εποπτείας της διαπραγμάτευσης για τα εργασιακά. Παράλληλα, όπως ξέρετε, εντός των επόμενων ημερών θα παραδοθούν και τα πορίσματα της επιτροπής για το Ασφαλιστικό ούτως ώστε να έχουμε ένα πλήρη δημόσιο διάλογο σε αυτά τα θέματα, για να επιστρέψουμε σε αυτό που αποτελεί ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο τόσο στα εργασιακά όσο και στο ασφαλιστικό».
Ο οργανωτικός γραμματέας της ΓΣΕΕ κ. Βαγγέλης Μουτάφης μετά το τέλος της συνάντησης δήλωσε: «Εισπράξαμε πλήθος καλών προθέσεων σε δρόμους όμως στρωμένους με αγκάθια, με θύματα εργαζόμενους, συνταξιούχους και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σήμερα, επί της ουσίας, μας ζητήθηκε να νομιμοποιήσουμε τις μνημονιακές πολιτικές, με άλλοθι προσχηματικούς διαλόγους. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να παίξουμε αυτό το παιχνίδι.
Η ΓΣΕΕ δεν θα γίνει το όχημα αυτών των πολιτικών».
Η ΕΣΕΕ επισήμανε ότι το εργατικό κόστος στην Ελλάδα επιβαρύνεται υπέρμετρα από το αδικαιολόγητα και χωρίς ανταποδοτικότητα υψηλό μη μισθολογικό κόστος. Αποτέλεσμα είναι, παρά τις πρόσφατες μειώσεις, να έχουμε από τα υψηλότερα μη μισθολογικά κόστη της Ευρωζώνης, ενώ οι πραγματικοί μισθοί των εργαζομένων είναι πολύ χαμηλοί.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης πρότεινε συνολική μείωση 5% του μη μισθολογικού κόστους για τους συνεπείς επιχειρηματίες, φορολογικά κίνητρα και επιδότηση της εργασίας στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Ο κ. Κατρούγκαλος χαιρέτησε τη συμφωνία των εταίρων επισημαίνοντας ότι έως τη λήξη της παράταση θα ληφθούν νομοθετικές ώστε να επανέλθει το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Για τα ανοικτά θέματα της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές και για τις συναντήσεις του στην Ευρώπη, προκειμένου η ελληνική πλευρά να βρει υποστηρικτές, ο υπουργός Εργασίας δήλωσε τα εξής: «Η πρόθεσή μας είναι το εργασιακό να μην αποτελέσει απλώς διμερές θέμα μεταξύ της χώρας μας και των δανειστών μας αλλά ευρωπαϊκό. Ακριβώς γιατί το μνημόνιο δεν περιέχει ποιες θα είναι οι ρυθμίσεις στον τομέα αυτό. Προβλέπει απλώς να ληφθούν υπόψη οι καλές ευρωπαϊκές πρακτικές. Άρα, αν θα συμφωνήσουμε ότι συνιστά καλή ευρωπαϊκή πρακτική ο κοινωνικός διάλογος ή αν θα συμφωνήσουμε ότι καλή ευρωπαϊκή πρακτική είναι αντίθετα η πλήρης απορρύθμιση και ελαστικότητα των εργασιακών σχέσεων, αυτό θα προσδιορίσει όχι μόνο τι σημαίνει εργατικό δίκαιο στην Ελλάδα αλλά και τι θα συμβεί αύριο στη Ρώμη, τη Μαδρίτη και το Παρίσι. Γι’ αυτό το λόγο την ερχόμενη εβδομάδα έχω συνάντηση με το γενικό διευθυντή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, η οποία πετύχαμε να αποτελεί το θεσμικό σύμβουλο της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας και στις 12 Οκτωβρίου με έχει καλέσει η Επιτροπή Απασχόλησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να παρουσιάσω τις απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης και να ζητήσω, όπως έκανε ήδη ο πρωθυπουργός με τη δική του επιστολή στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή Απασχόλησης να έχει ένα χαρακτήρα συνολικής εποπτείας της διαπραγμάτευσης για τα εργασιακά. Παράλληλα, όπως ξέρετε, εντός των επόμενων ημερών θα παραδοθούν και τα πορίσματα της επιτροπής για το Ασφαλιστικό ούτως ώστε να έχουμε ένα πλήρη δημόσιο διάλογο σε αυτά τα θέματα, για να επιστρέψουμε σε αυτό που αποτελεί ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο τόσο στα εργασιακά όσο και στο ασφαλιστικό».