Οι διαπιστώσεις έρευνας του ΟΟΣΑ για το σύστημα Υγείας στην Ελλάδα αποτυπώνουν στατιστικά την άθλια πραγματικότητα που βιώνουν τα λαϊκά στρώματα από την πολιτική εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης όλων των κυβερνήσεων, και της σημερινής. Το γεγονός ότι το 35% των πληρωμών για φάρμακα και υπηρεσίες Υγείας προέρχεται απευθείας από την τσέπη των ασθενών, το ξέρουν από πρώτο χέρι όλοι όσοι αναγκάζονται να ξεπαραδιαστούν την ώρα της ανάγκης, αλλά και εκείνοι που σε μόνιμη βάση πληρώνουν συμμετοχές στα φάρμακα, επωμιζόμενοι ένα μεγάλο κόστος κάθε μήνα.
Αλλά και το 61% των δαπανών που καταβάλλει το Δημόσιο, είναι κι αυτά λεφτά των ασφαλισμένων, που τα καταβάλλουν με τις εισφορές στα Ταμεία, τα οποία γίνονται με τη σειρά τους αγοραστές υπηρεσιών από το δημόσιο σύστημα.
Πάνω σ' αυτά τα στοιχεία στήνεται το «αφήγημα» από μερίδα του Τύπου ότι είναι παρωχημένο πλέον να εναντιώνεται κανείς στην ιδιωτικοποίηση της Υγείας, αφού αυτή έχει ήδη συντελεστεί σε μεγάλο βαθμό και ότι η «λύση» βρίσκεται στην «έξυπνη ενίσχυση του δημόσιου συστήματος, για να μπορεί να καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών».
Σε τι μεταφράζεται αυτό; Πρώτα απ' όλα, στην εξασφάλιση ενός «μίνιμουμ» δωρεάν παροχών για όλους από το κράτος, κι από εκεί και πέρα, όποιος έχει να πληρώσει σώζεται! Και δεύτερον, επιπλέον μέτρα επέκτασης των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με το πρόσχημα ότι έτσι θα βελτιώνονται τάχα οι υπηρεσίες του πρώτου, αφού ούτως ή άλλως η ιδιωτικοποίηση είναι εδώ! Ετσι εξηγείται άλλωστε και η πρεμούρα του ΣΕΒ να διαφημίσει και να προβάλει την έρευνα του ΟΟΣΑ.