Στην παράταση της ετήσιας άδειας του 2020 προχωράει το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων σύμφωνα με πληροφορίες του Dikaiologitika News. Ειδικότερα το υπουργείο Εργασίας αναμένεται να προχωρήσει στην παράταση της χορήγησης της ετήσιας άδειας του 2020 μέχρι τις 31.5.2021.
Σε περίπτωση μάλιστα που το καθεστώς των αναστολών παραταθεί και τον Δεκέμβριο θα ήταν πρακτικά αδύνατο να χορηγηθούν οι υπολειπόμενες ημέρες της άδειας αναψυχής και θα έπρεπε να πληρωθούν. Έτσι το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων αποφάσισε την παράταση της χορήγησης των ημερών της ετήσιας άδειας έχει τέλος Μαΐου του 2021.
Εξάλλου σύμφωνα με την πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ του εργαζόμενου και του εργοδότη, η μεταφορά των ημερών της ετήσιας άδειας που δεν χορηγήθηκαν, στο επόμενο ή στα μεθεπόμενα έτη.
Σύμφωνα με την νομοθεσία ο εργοδότης θα πρέπει να χορηγεί στους εργαζόμενους έως και την 31η Δεκεμβρίου του τρέχοντος ημερολογιακού έτους το υπόλοιπο της αδείας που αναλογεί στον κάθε εργαζόμενο έστω κι αν ακόμη δεν έχει ζητηθεί από αυτούς. Σε περίπτωση μη χορήγησης της άδειας από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσμα, αμέλεια) υποχρεούται να καταβάλλει σε αυτούς αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100%.
Να σημειωθεί ότι απαγορεύεται η μεταφορά της άδειας στο επόμενο ημερολογιακό έτος, έστω και αν ακόμα έχει γίνει συμφωνία εργαζομένου εργοδότη.
Επίσης είναι επιτρεπτή από τον εργοδότη η κατάτμηση του χρόνου αδείας εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης που προκύπτει στο πλαίσιο της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Η κατάτμηση μπορεί να γίνει σε δυο περιόδους εντός του αυτού ημερολογιακού έτους. Η πρώτη περίοδος της άδειας που χορηγείται με αυτό τον τρόπο δεν μπορεί να είναι μικρότερη των έξι (6) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο.
Ακόμη επιτρέπεται η κατάτμηση του χρόνου αδείας και σε περισσότερες των δυο περιόδων. Η διαδικασία αυτή, η οποία προβλέπει έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς τον εργοδότη, θα πρέπει να περιλαμβάνει την χορήγηση ενιαίου τμήματος αδείας δέκα (10) εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας ή δώδεκα (12) εργασίμων ημερών, εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο. Η παραπάνω διαδικασία υπάγεται στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας για την άδεια, οι οποίες προβλέπουν τη χορήγηση αδείας ή τμήματος αδείας από τον εργοδότη στον εργαζόμενο μετά από συνεννόηση των δυο μερών (άρ.4 του ΑΝ 539/45 όπως ισχύει).
Η αναλογία της χορηγούµενης αδείας υπολογίζεται βάσει ετήσιας άδειας 20 εργάσιµων ηµερών επί πενθηµέρου εβδοµαδιαίας εργασίας και 24 εργάσιµων ηµερών, επί εξαηµέρου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 µήνες συνεχούς απασχόλησης. Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συµπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ηµερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού.
Υπενθυµίζεται ότι, σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στο άρ. 3 του Ν. 3755/1957, καθώς και τη σχετική νοµολογία, σε περίπτωση µη χορήγησης από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσµα, αµέλεια), της άδειας που δικαιούται ο εργαζόµενος εντός του ηµερολογιακού έτους, υποχρεούται να καταβάλλει σ' αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας µε προσαύξηση 100%, όχι όμως και του επιδόματος αδείας.
Στην άδεια υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες (παρ1,3,του άρθρ.2 του Α.Ν. 539/45). Δεν συμπεριλαμβάνονται οι Κυριακές, οι αργίες και οι ημέρες ασθενείας (κατά τις οποίες ο μισθωτός παρέμεινε στο σπίτι του ή νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο), που εμπίπτουν στο διάστημα της άδειας. Για τους μισθωτούς πενθήμερης εργασίας δεν περιλαμβάνεται στον αριθμό ημερών αδείας, η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν παρέχουν εργασία λόγω πενθημέρου.
Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και έκτακτο–εποχικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας εξαιτίας του είδους ή του αντικειμένου εργασιών τους, ο εργοδότης μπορεί, με απόφασή του, να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργάσιμων ημερών αδείας, επί πενθημέρου ή εξαημέρου αντίστοιχα, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας. Η συγκεκριμένη απόφαση του εργοδότη για τη χορήγηση τουτμήματος αδείας των δυο (2) εργάσιμων εβδομάδων, καθώς και η αίτηση του εργαζομένου για κατάτμηση αδείας δεν απαιτούν έγκριση από την Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά διατηρούνται επί πέντε (5) έτη στην επιχείρηση και είναι στην διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας.