Χαρακτηριστικά παραδείγματα, που αποκαλύπτουν το πραγματικό περιεχόμενο της «επιστροφής στην κανονικότητα», την οποία επαγγέλλεται η κυβέρνηση
Αξιοποιώντας το σύνολο της αντεργατικής νομοθεσίας, που παρέλαβε από τους προηγούμενους και εμπλούτισε ακόμα περισσότερο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, οι εργοδοτικές οργανώσεις καταθέτουν σχέδια ΣΣΕ που πηγαίνουν ένα βήμα πιο πέρα την επίθεση σε βάρος των εργαζομένων και στοχεύουν στο να κατοχυρώσουν τα «κεκτημένα» τους από την περίοδο της κρίσης.
Ετσι, η πραγματικότητα με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι, αποκαλύπτει σε όλο της το μεγαλείο
την κοροϊδία της κυβέρνησης, που μιλάει για «επιστροφή στην κανονικότητα» μετά το τέλος των μνημονίων. Ταυτόχρονα, επιβάλλει την ακόμα καλύτερη οργάνωση της μάχης των ΣΣΕ, για τη διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς και βελτίωση των συνθηκών δουλειάς, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο, την κυβέρνηση και τα κόμματά του.
Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει ορισμένες προτάσεις εργοδοτικών οργανώσεων που επιβεβαιώνουν στο ακέραιο τα παραπάνω. Οι κεφαλαιοκράτες αντιμετωπίζουν, ουσιαστικά, τον κατώτατο βασικό μισθό, όπως διαμορφώθηκε από το αστικό κράτος το 2012 (ΠΥΣ 6/2012), ως το μέγιστο βασικό μισθό. Τα σχέδια ΣΣΕ που προτείνουν, σταματούν σε αυτά τα επίπεδα ή στην «καλύτερη περίπτωση» οποιοδήποτε επιπλέον ποσό το βαφτίζουν «οικειοθελή παροχή», που μπορούν να την ανακαλέσουν ανά πάσα στιγμή.
Ο βασικός μισθός δεν αποτελεί μέρος της ΣΣΕ
Στα τέλη Μάη 2018, σε συνάντηση με την Ομοσπονδία Εργαζομένων στον κλάδο του Φαρμάκου, ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας κατέθεσε γραπτή πρόταση για κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με απαράδεκτους όρους.
Σε αυτήν αναφέρουν: «Ο βασικός μισθός/ημερομίσθιο του πρωτοδιοριζόμενου εργαζόμενου (...) δεν ορίζεται στο πλαίσιο της παρούσας, δεδομένου ότι ούτε η ΕΓΣΕΕ 2018 ρυθμίζει μισθολογικούς όρους. Τα συμβαλλόμενα μέρη ρητά συμφωνούν ότι, εάν κατά τη διάρκεια ισχύος της ΕΓΣΕΕ 2018 (...) αρθεί οποιαδήποτε περιοριστική διάταξη, που έχει επιβληθεί με νομοθετική παρέμβαση στο περιεχόμενο της ΕΓΣΕΕ 2010-2011-2012, τότε θα ξεκινήσουν άμεσα οι διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθολογικών όρων, δεδομένου ότι θα ξεκινήσουν όμοιες διαπραγματεύσεις και σε επίπεδο ΕΓΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΕΓΣΕΕ 2018. Κατά συνέπεια, μέχρις αυτού του χρονικού σημείου, το ύψος των μισθών διαμορφώνεται σε επιχειρησιακό επίπεδο, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της μετενέργειας ή με νεότερες συμφωνίες»!
Η εργοδοσία και στον κλάδο του Φαρμάκου στοχεύει στη συνέχιση του σημερινού καθεστώτος, όπου οι εργαζόμενοι είναι αναγκασμένοι να διαπραγματεύονται χωριστά, ανά επιχείρηση ή ατομικά, το ύψος του μισθού, και άρα να είναι περισσότερο ευάλωτοι στις εργοδοτικές πιέσεις.
Ο ισχυρισμός τους στηρίζεται στην αντεργατική ΠΥΣ 6/2012 που πέρασε η τότε κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ και την οποία διατήρησε η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Στηρίζεται, ακόμα, και δείχνει τις τεράστιες ευθύνες της πλειοψηφίας στη διοίκηση της ΓΣΕΕ όταν, μεταξύ άλλων, έβαζε φαρδιά - πλατιά την υπογραφή της στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας 2018, επικυρώνοντας το αίσχος του κατώτατου μισθού των 586 ευρώ μεικτά (για εργαζόμενους άνω των 25 ετών) και των 511 ευρώ (για τους εργαζόμενους κάτω των 25 ετών).
Παραπέρα η εργοδοτική πρόταση αμφισβητεί το ύψος του ποσοστού για το επίδομα γάμου, που σήμερα είναι στο 10% του μισθού και το θέτει υπό συζήτηση με σκοπό να μειωθεί. Προβλέπει τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας με την ανατροπή του κλαδικού και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας 5θήμερο - 8ωρο Δευτέρα έως Παρασκευή και αντικατάστασή του με «40ωρο από Δευτέρα έως Σάββατο». Ακόμα, ψαλιδίζει μια σειρά από κατακτημένους, μέσα από την κλαδική ΣΣΕ, θεσμικούς όρους, όπως τις μέρες άδειας γάμου (προβλέπει 5 εργάσιμες αντί για 10 που είναι σήμερα), τις μέρες άδειας για την παρακολούθηση της προόδου των παιδιών (προβλέπει 4 από 7 που είναι σήμερα), το επίδομα παιδικού σταθμού (προβλέπει 320 ευρώ από 400 που είναι σήμερα).
Η Ομοσπονδία επισημαίνει ότι αυτό το σχέδιο ΣΣΕ «είναι ένα δείγμα του νέου εργασιακού τοπίου που θέλουν να διαμορφώσουν οι επιχειρήσεις του Φαρμάκου - Καλλυντικού, (...) που φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις του τζίρου και της κερδοφορίας, που αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη χώρα μας». Στόχος τους είναι «να πλήξουν τη συλλογική οργάνωση και προστασία των εργαζομένων, να ενισχύσουν την ατομική "διαπραγμάτευση" - σύμβαση και επιδιώκουν συλλογικές συμβάσεις - "θεσμούς" κομμένες και ραμμένες στα μέτρα τους.
Σε αυτήν την κατεύθυνση διαμορφώνεται μέχρι σήμερα το νομοθετικό πλαίσιο, αυτόν το σκοπό θα υπηρετήσει και η "μεταμνημονιακή" εποχή και νομοθεσία που η κυβέρνηση ευαγγελίζεται. Σε αυτά τα σχέδια βάζει πλάτη και η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος, η ΓΣΕΕ, που έχει συμμαχήσει με τους βιομήχανους και τη μεγαλοεργοδοσία, υπογράφει μαζί τους τον κατώτατο νομοθετημένο μισθό και καλεί τους εργαζόμενους να "διεκδικήσουν" τις εργοδοτικές απαιτήσεις».
Στο ύψος του κατώτατου
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στον κλάδο των Τροφίμων - Ποτών, όπου ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), σε συνάντηση που έγινε τον Ιούνη με την Ομοσπονδία Εργαζομένων, παρουσίασε πρόταση, για λογαριασμό της εργοδοσίας του κλάδου, μέσω της οποίας επιδιώκει να μετατρέψει και επισήμως τον κλαδικό μισθό στα ψίχουλα του κατώτατου βασικού μισθού, δηλαδή των 586 ευρώ μεικτά, και αντίστοιχα τα ημερομίσθια.
Οπως έχει καταγγείλει η Ομοσπονδία, οι εργοδότες του κλάδου επιδιώκουν να επισημοποιήσουν και να διευρύνουν τους άθλιους όρους αμοιβής και εργασίας που έχουν επιβάλει στους χώρους δουλειάς, αξιοποιώντας το αντεργατικό νομικό οπλοστάσιο. Η Ομοσπονδία τονίζει ότι «κανένας εργαζόμενος δεν πρέπει να πιστέψει τη νέα απάτη για επαναφορά των ΣΣΕ και την εφαρμογή τους μετά τον Αύγουστο του 2018 και το "τέλος των μνημονίων"» που λανσάρει η κυβέρνηση, καθώς μόνιμη επιδίωξη των μεγαλοεργοδοτών «είναι να τσακίσουν τα εργατικά δικαιώματα, να κατεβάσουν τον μέσο όρο των μισθών στον κλάδο, να αυξήσουν την εκμετάλλευση, συνεπώς και τα κέρδη τους».
Στην ακτοπλοΐα, επίσης, ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), σε συνάντηση για τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, επεσήμανε ότι δεν μπορούν να δώσουν αυξήσεις ενώ, όπως κατήγγειλαν τα ναυτεργατικά σωματεία ΠΕΜΕΝ, «ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ», ΠΕΕΜΑΓΕΝ, «δεν δίστασαν να προτείνουν μείωση κατά 50% του επιδόματος των εξπρές δρομολογίων και μείωση κατά 50% στο ημερομίσθιο των ναυτεργατών τη μέρα της αντικατάστασής τους».
Εδώ αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ενώ οι εφοπλιστές αξιώνουν μειώσεις μισθών, η «πλειοψηφία» της διοίκησης της ΠΝΟ αποφάσισε, την περασμένη βδομάδα, να «κατεβάσει ρολά», εξαγγέλλοντας απεργία στις 3 Σεπτέμβρη, δηλαδή με την ουσιαστική λήξη της τουριστικής περιόδου, προκειμένου προφανώς να μη θιχτεί η κερδοφορία των εφοπλιστών. Είναι αβέβαιο, προφανώς, αν θα γίνει ακόμα και αυτή η απεργία.
«Οικειοθελής παροχή» και σύνδεση μισθού - παραγωγικότητας
Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση του σχεδίου ΣΣΕ που παρουσίασε στο επιχειρησιακό σωματείο η διοίκηση της «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» («ΔΕΗ ΑΝ», θυγατρική της ΔΕΗ). Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εργαζόμενοι στη «ΔΕΗ ΑΝ» δουλεύουν με ατομικές συμβάσεις εργασίας. Αλλοι όροι αυτών των συμβάσεων τους αντιμετωπίζουν ως εργαζόμενους τους ιδιωτικού τομέα, όπου εφαρμόζεται η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, και άλλοι όροι ως εργαζόμενους σε επιχείρηση του ευρύτερου Δημοσίου, στους οποίους έχουν καταργηθεί, για παράδειγμα, ο 13ος και ο 14ος μισθός.
Στο αίτημα του επιχειρησιακού σωματείου τους για υπογραφή επιχειρησιακής ΣΣΕ, με τους όρους που ισχύουν για τους άλλους εργαζόμενους στον όμιλο της ΔΕΗ, η διοίκηση της «ΔΕΗ ΑΝ» απάντησε παρουσιάζοντας το σχέδιο ΣΣΕ, που ουσιαστικά αποτελεί επέκταση των υφιστάμενων ατομικών συμβάσεων.
Βασικά χαρακτηριστικά του σχεδίου είναι ότι η διοίκηση αναγνωρίζει ως νόμιμο βασικό μισθό αποκλειστικά τα όρια που έχει θέσει η ΠΥΣ 6/2012 και στηρίζει η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ. Κάθε ποσό επιπλέον το βαφτίζει «οικειοθελή παροχή», η οποία «δίδεται από ελευθεριότητας της Εταιρείας, η οποία και διατηρεί όλα τα δικαιώματα τροποποίησης ή και ανάκλησης».
Παραπέρα, η διοίκηση καθιερώνει ένα σύστημα «αξιολόγησης» (εφαρμόστηκε φέτος για πρώτη φορά) που εξαρτά μέρος του μισθού από την παραγωγικότητα. Συγκεκριμένα, προβλέπει ότι «όλοι οι εργαζόμενοι αξιολογούνται ετησίως». Κριτήρια της «αξιολόγησης» είναι, μεταξύ άλλων, «η αφοσίωση στην εταιρεία», «η ποσότητα της εργασίας», όπου ζητείται από τον εργαζόμενο να ανταποκρίνεται όχι μόνο στην εργασία που του έχει ανατεθεί, «αλλά και σε πρόσθετη εργασία που προκύπτει» κ.ά.
Με άλλα λόγια, ο εργαζόμενος που βάζει πλάτη για να βγάλει περισσότερα κέρδη η εταιρεία, τότε «δύναται να λάβει ατομικές αυξήσεις κατόπιν θετικής αξιολόγησης και αύξησης της αποδοτικότητας, μετά από εισήγηση του Διευθυντή του και απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου».
Και εδώ αναδεικνύονται οι ευθύνες του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, της πλειοψηφίας της ΓΕΝΟΠ (Ομοσπονδία Εργαζομένων στη ΔΕΗ), που αρνείται να εντάξει στη δύναμή της το επιχειρησιακό σωματείο, ώστε να αποφύγει να τοποθετηθεί πάνω στα κρίσιμα ζητήματα που προκύπτουν από το σχέδιο ΣΣΕ, σήμερα για τη «ΔΕΗ ΑΝ», αύριο για το σύνολο των εργαζομένων του κλάδου.
Το κλαδικό Συνδικάτο Εργαζομένων Ενέργειας Αττικής επισημαίνει ότι το σχέδιο ΣΣΕ της «ΔΕΗ ΑΝ» ξηλώνει κατακτήσεις, σπέρνει σύγχυση, αφήνει ανεξέλεγκτο το διευθυντικό δικαίωμα, εντατικοποιεί τη δουλειά. Καλεί τους εργαζόμενους με τη δράση τους να ενισχύσουν την κλαδική αντίληψη και πάλη «κόντρα στον κατακερματισμό και τη διάσπαση που επιχειρούν εργοδοσία και κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός».