Την ανάγκη τα Συνδικάτα και οι εργαζόμενοι πιο αποφασιστικά να χαράξουν το δρόμο της αντεπίθεσης, να βάλουν στο επίκεντρο των δικών τους διεκδικήσεων τις ανάγκες και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων επισημαίνει το ΠΑΜΕ με αφορμή την εκ νέου κατάθεση από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ της πρότασης νόμου περισσότερων από 500 Εργατικών Σωματείων, Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων για τις ΣΣΕ.
Συγκεκριμένα, στις 17 Οκτώβρη του 2016, ημέρα του πανελλαδικού συλλαλητηρίου για τις ΣΣΕ, περισσότερα από 500 Εργατικά Σωματεία, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα κατέθεσαν στις Κοινοβουλευτικές Ομάδες -πλην της Χρυσής Αυγής- πρόταση νόμου για την επαναφορά με νόμο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας στα 751 ευρώ, την κατάργηση των αντεργατικών νόμων, την επαναφορά και υπογραφή των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, την κάλυψη των απωλειών των εργαζομένων, με αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές.
Σε ανακοίνωσή του το ΠΑΜΕ σημειώνει ότι «από τότε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ όχι μόνο αρνείται να φέρει στην Ολομέλεια της Βουλής την πρόταση νόμου των συνδικάτων, αλλά διατηρεί όλους τους 600 και πλέον αντιλαϊκούς -εφαρμοστικούς των τριών μνημονίων- νόμους που έχουν ψηφίσει όλες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, με μόνιμα θύματα τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Νόμοι που διαλύουν την Κοινωνική Ασφάλιση, γενικεύουν τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης, μειώνουν παραπέρα μισθούς και συντάξεις, υπονομεύουν τις ΣΣΕ.
Η μόνη Κοινοβουλευτική Ομάδα που ανταποκρίθηκε ήταν του ΚΚΕ, η οποία στις 18 Οκτώβρη του 2016 κατέθεσε την πρόταση των Συνδικάτων, ζητώντας να έρθει στην Ολομέλεια για συζήτηση και ψήφιση, πράγμα που δεν έγινε ποτέ.
Σήμερα η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ καταθέτει εκ νέου αυτή την Πρόταση Νόμου με τη μορφή Επίκαιρης Επερώτησης προς την υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και ζητά να συζητηθεί στο Κοινοβούλιο.
Τα Συνδικάτα και οι εργαζόμενοι είναι ανάγκη πιο αποφασιστικά να χαράξουμε το δρόμο της αντεπίθεσης, να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας. Να βάλουμε στο επίκεντρο των δικών μας διεκδικήσεων τις ανάγκες και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, που έρχονται σε αντίθεση με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, με την πολιτική της κυβέρνησης.
Διεκδικούμε:
- Την επαναφορά με νόμο του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
- Την επαναφορά των κλαδικών συμβάσεων, της υποχρεωτικότητάς τους και της κατάργησης του αίσχους των ατομικών συμβάσεων και τις Ενώσεις Προσώπων.
- Την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου, διατάξεων και νόμων από το 2010 ως σήμερα.
- Την κάλυψη των απωλειών σε μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές παροχές.
- Δικαιώματα στη δουλειά και τη ζωή με βάση την εποχή μας, του 21ου αιώνα και τις σύγχρονες ανάγκες μας».