Στην προσπάθειά της να δημιουργήσει την αίσθηση ότι κάτι θα αλλάξει προς το καλύτερο για το λαό «μετά το τέλος των μνημονίων», η κυβέρνηση εναλλάσσει το μαστίγιο με το καρότο, προκειμένου από τη μια να καλλιεργήσει προσδοκίες και από την άλλη να εκβιάσει συναίνεση στα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα της 4ης «αξιολόγησης» και γενικότερα στον «αναπτυξιακό σχεδιασμό» του κεφαλαίου, που συνθλίβει τις λαϊκές ανάγκες και επεκτείνεται πολύ πιο πέρα από τα μνημόνια.
Για παράδειγμα, η κυβέρνηση μιλάει διαρκώς για αύξηση του κατώτερου μισθού και επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, δημιουργώντας την αίσθηση ότι τα λαϊκά στρώματα θα πάρουν τάχα ανάσα, και την ίδια ώρα ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Παπαδημούλης απειλεί ότι οι εξελίξεις στην Ιταλία κάνουν ακόμα πιο επιτακτικό να «κλείσει» χωρίς καμιά καθυστέρηση η 4η «αξιολόγηση», που σημαίνει να αποδεχτεί ο λαός όχι μόνο τα 88 προαπαιτούμενα, αλλά και τα προνομοθετημένα συνοδευτικά τους, όπως η παραπέρα μείωση των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων, η νέα καρατόμηση του αφορολόγητου και πάει λέγοντας.
Αλλωστε, όσο κι αν θέλει η κυβέρνηση να κρυφτεί, έρχονται οι «σύμμαχοί» της να υπενθυμίσουν ότι καμιά πραγματική διαχωριστική γραμμή δεν υπάρχει ανάμεσα στην πριν και στη «μετά μνημόνιο» εποχή για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα.
Για παράδειγμα, ο γγ του ΟΟΣΑ σημειώνει σε συνέντευξή του ότι η αναιμική ανάκαμψη επιβάλλει ένταση των μεταρρυθμίσεων (Ασφαλιστικό, Εργασιακά, Φορολογικό), ενώ και ο πρόεδρος του ΣΕΒ ζητάει μια «μεταρρυθμιστική υπέρβαση για επενδύσεις», βάζοντας ακόμα πιο ψηλά τον πήχη της αντιλαϊκής πολιτικής, για τη σημερινή και για όποια επόμενη κυβέρνηση.
ριζοσπάστης