Αντιλαϊκή κλιμάκωση με φόντο τους «κινδύνους» γύρω από την οικονομική ανάκαμψη
Το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης» του τρίτου μνημονίου με ορόσημο τη συνεδρίαση της Ομάδας Εργασίας του Γιούρογκρουπ στις 28 Νοέμβρη, βάζει στόχο η «νέα» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, προκειμένου να επικυρωθούν οι αποφάσεις από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης (συμβούλιο Γιούρογκρουπ) στις 5 Δεκέμβρη.
Το μήνυμα αυτό αποστέλλουν υψηλόβαθμες πηγές του υπουργείου Οικονομικών με αποδέκτες τόσο το «κουαρτέτο» όσο και τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου. Την ίδια ώρα, η συγκυβέρνηση στο ίδιο ακριβώς μοτίβο με αυτό των προκατόχων της επιχειρεί να καλλιεργήσει το δικό της «success story», με τις κυβερνητικές πηγές να κάνουν λόγο για έξοδο του ελληνικού κράτους για νέα δάνεια από τις χρηματαγορές προς τα τέλη του 2017 ή στις αρχές του 2018.
Μάλιστα, σύμφωνα με τους κυβερνητικούς παράγοντες, η ολοκλήρωση της «αξιολόγησης» εντός του χρονοδιαγράμματος θα σηματοδοτήσει και την έναρξη μιας «εμπεριστατωμένης συζήτησης» σχετικά με την «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, με στόχο, όπως λένε, τη δημιουργία ενός «οδικού χάρτη» με ορόσημα τη συμφωνία για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για τη διαχείριση του κρατικού χρέους, την ένταξη ελληνικών ομολόγων στα προγράμματα νομισματικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, την έξοδο στις «αγορές» και την... «έξοδο» από το μνημόνιο με βάση το υπάρχον χρονοδιάγραμμα, δηλαδή τον Αύγουστο του 2018.
Σε ό,τι αφορά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για τη διαχείριση του κρατικού χρέους, που θα παρουσιαστούν στο επόμενο Γιούρογκρουπ, θα είναι «πιο φιλόδοξα» από αυτά που αναμένονται, ενώ θα περιλαμβάνουν συνδυασμό ρυθμίσεων από σταθερά επιτόκια και «περιόδους χάριτος» που θα συνδέονται με τη «βιωσιμότητα» του χρέους και τα πρωτογενή πλεονάσματα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές.
Μνημόνια διαρκείας
Την ίδια ώρα, αρχίζει και η συζήτηση και οι «προβληματισμοί» των αστικών επιτελείων γύρω από τη μορφή των μνημονίων της «επόμενης μέρας».
Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γ. Προβόπουλου, ο οποίος μιλώντας στην ιστοσελίδα «bankingnews», μεταξύ άλλων, επισήμανε:
- «Προβλέπω όμως ότι η διευθέτηση του δημόσιου χρέους μετά το 2017 θα συνδυαστεί με την υποχρέωση υλοποίησης εκ μέρους μας συγκεκριμένων στόχων και μάλιστα με ορίζοντα πολυετή. Αυτό το μεσομακροχρόνιο πρόγραμμα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα τέταρτο μνημόνιο», προσθέτοντας πως «οι δεσμεύσεις αυτές κάθε άλλο παρά ανώδυνες θα είναι».
- «Θεωρώ ότι είναι πολιτικά πολύ δύσκολο, για να μην πω ανέφικτο, να δοθούν επιπλέον χρήματα στην Ελλάδα, ύστερα από τρία μνημόνια που απορρόφησαν πρωτοφανούς ύψους κονδύλια και μάλιστα με μερική μόνον επιτυχία, όπως τουλάχιστον το βλέπουν πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις». Επί της ουσίας, ανοίγει η συζήτηση για επιβολή νέου μνημονίου και μάλιστα χωρίς νέα χρηματοπιστωτική στήριξη από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, ενδεχόμενο που ήδη συζητείται και στο παρασκήνιο.
- «Για να επιτευχθεί διατηρήσιμη και ισχυρή ανάπτυξη, που είναι το κύριο ζητούμενο, η απλή νομοθέτηση των μνημονιακών μέτρων δεν αρκεί. Χρειάζονται πιο τολμηρά μεταρρυθμιστικά βήματα, ισχυρή πολιτική δέσμευση, σωστή υλοποίηση, στέρεοι θεσμοί και μια διάχυτη στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία κουλτούρα, που να ενθαρρύνει τις επενδύσεις, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα».
- «Η χώρα έχει τηρήσει σχεδόν όλες τις δεσμεύσεις των μνημονίων, ωστόσο η οικονομία βρίσκεται σε κρίση διαρκείας.Εχουν περάσει αρκετά χρόνια από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου κι όμως η αβεβαιότητα για το μέλλον εξακολουθεί και σήμερα να είναι μεγάλη». Ταυτόχρονα, «το διεθνές κλίμα έχει τελευταία επιδεινωθεί, δυσκολεύοντας την έξοδο της χώρας από το σκοτεινό τούνελ».
- «Οσο η οικονομία βρίσκεται σε τελματώδη κατάσταση, οι τράπεζες θα δέχονται όλα τα απόνερα, κυρίως με τη διόγκωση του ποσοστού των κόκκινων δανείων, που είναι ήδη τεράστιο». Σύμφωνα με τον Γ. Προβόπουλο, «όλα αυτά λοιπόν μοιραία θα αποτυπωθούν, όταν έρθει η ώρα του επόμενου stress test (σ.σ. διαγνωστικοί έλεγχοι της ΕΚΤ) στις αρχές του 2018, αν δεν έχουν αλλάξει τα πράγματα ριζικά».
Σε αυτό το πλαίσιο, ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο για την ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης των εγχώριων τραπεζικών ομίλων και μάλιστα χωρίς την κάλυψη των δανειστών του ελληνικού κράτους...
Εναλλαγές αντιλαϊκών ρόλων
«Tο 4ο μνημόνιο είναι η στρατηγική και η ατζέντα της ΝΔ. Η ΝΔ θέλει να αποτύχει η προσπάθεια της κυβέρνησης για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Θέλει να αποτύχει η προσπάθεια για τη ρύθμιση του χρέους, ώστε να βρει τη δικαιολογία για να επιβάλει ένα σκληρότατο πρόγραμμα λιτότητας, ως αντάλλαγμα για τη ρύθμιση του χρέους».
Το παραπάνω τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ. Τζανακόπουλος, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο για 4ο μνημόνιο, κάτι που ήδη συζητείται στο παρασκήνιο, αλλά και στο προσκήνιο, μετά και τη χτεσινή δημόσια τοποθέτηση του πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας.
Ουσιαστικά, πρόκειται για το στήσιμο του ίδιου αντιλαϊκού σκηνικού που υπήρχε και πριν από τις εκλογές του 2015, όταν η τότε συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ «κατηγορούσε» τον ΣΥΡΙΖΑ με την ίδια «επιχειρηματολογία». Σε αυτό το πλαίσιο, ο Δ. Τζανακόπουλος τόνισε πως η ΝΔ «προσπαθεί, με κάθε τρόπο, να αποτύχει η προσπάθεια της κυβέρνησης τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, να μην κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Το σχέδιο της ΝΔ είναι άκρως επικίνδυνο όχι για την κυβέρνηση, αλλά κυρίως για την ίδια τη χώρα»...
Σε αυτό το πλαίσιο, για μια ακόμη φορά, έρχονται στο προσκήνιο οι ταυτίσεις και οι συγκλίσεις και της σημερινής κυβέρνησης, με τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου, που βλέπουν στα μνημόνια τη «σανίδα» της σωτηρίας τους, για τη διέξοδο από την κρίση μέσω της επιβολής των αντιλαϊκών μέτρων «μόνιμου χαρακτήρα» και «επαναλαμβανόμενης απόδοσης».
«Κίνδυνοι» και αβεβαιότητες για το 2017
Από την πλευρά του, το ελληνικό «δημοσιονομικό συμβούλιο» εντοπίζει σειρά από αβεβαιότητες, γύρω από την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017, σε συνδυασμό βέβαια με τις εξελίξεις στην οικονομική δραστηριότητα και το παραγόμενο ΑΕΠ. Υπενθυμίζεται ότι σε περίπτωση αποκλίσεων από τους αντιλαϊκούς στόχους, προβλέπεται η «εφεδρεία» του λεγόμενου «δημοσιονομικού κόφτη».
Ειδικότερα, στην εξαμηνιαία έκθεση του «δημοσιονομικού συμβουλίου», μεταξύ άλλων, αναφέρονται:
«Γενικά, η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2017 εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από μια σειρά προϋποθέσεων και συνθηκών οι περισσότερες από τις οποίες, προς το παρόν, δεν έχουν διασφαλισθεί».
«Η επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για το 2017 βασίζεται κατά 80% στην αύξηση των εσόδων και μόνον κατά 20% στη συγκράτηση των δαπανών» και μάλιστα «με δεδομένη την αίσθηση της "υπερφορολόγησης" που ενδέχεται να λειτουργήσει ωςαντικίνητρο για εργασία και επιχειρηματικότητα».
«Υπάρχουν επιφυλάξεις τόσο για το ύψος της ανόδου του ΑΕΠ και της ιδιωτικής κατανάλωσης, όσο και για την άνοδο των τιμών και της απασχόλησης».
«Η ανάκαμψη των επενδύσεων σε παραγωγικό εξοπλισμό (...)μπορεί να προέλθει, κατά βάση, από το εξωτερικό». Στην ίδια ρότα με τον ΣΕΒ, το «δημοσιονομικό συμβούλιο» επισημαίνει: «Κατά συνέπεια τίθεται επί τάπητος το ζήτημα των κινήτρων, της διευκόλυνσης και της ευρύτερης ρύθμισης των όρων επιχειρηματικής δράσης».