«Αν βάζαμε οριζόντια 72ωρο τεστ για είσοδο το καλοκαίρι, θα έμπαιναν στην Ελλάδα μόλις 100.000 τουρίστες αντί για 4,4 εκατομμύρια». Αυτήν την κυνική ομολογία έκανε την Τρίτη σε συζήτηση στη Βουλή ο υπουργός Τουρισμού, επιβεβαιώνοντας «πανηγυρικά» τους όρους με τους οποίους έγινε το άνοιγμα του Τουρισμού τους προηγούμενους μήνες, που δεν ήταν άλλοι από τα «πρωτόκολλα» του κέρδους μεγαλοξενοδόχων, tour operators, αεροπορικών ομίλων και εφοπλιστών.
Ο υπουργός επιβεβαίωσε δηλαδή εκείνο που «ο κόσμος έχει τούμπανο» και η κυβέρνηση «κρυφό καμάρι»: Οτι έπαιξαν και παίζουν την υγεία του λαού στον τζόγο των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Τα υγειονομικά πρωτόκολλα κόβονται και ράβονται με κριτήριο ακριβώς τη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Κι αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο τους κλάδους του Τουρισμού και των Μεταφορών αλλά τη συνολικότερη πολιτική «διαχείρισης» της πανδημίας.
Θα μπορούσαμε να ακούσουμε και άλλες «κυνικές ομολογίες» κυβερνητικών και κρατικών εκπροσώπων και στελεχών, να εξηγούν ακριβώς με το ίδιο κριτήριο, αυτό της προστασίας των κερδών, γιατί έχουν αφήσει τους εργασιακούς χώρους να γίνονται εστίες υπερμετάδοσης του κορονοϊού και πως το αντίθετο θα είχε επιπτώσεις στα κέρδη των ομίλων.
Γιατί είναι κόστος χωρίς όφελος για το κράτος και το κεφάλαιο η ενίσχυση με εξοπλισμό και προσωπικό του δημόσιου συστήματος Υγείας, η ενίσχυση των κρατικών Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, οι προσλήψεις στα σχολεία, η μείωση του αριθμού των μαθητών στις τάξεις κ.λπ. Αλλωστε, και το γενικευμένο «λοκντάουν» το εφαρμόζει «για να σωθούν» - όπως λέει - η χριστουγεννιάτικη αγορά και ο τζίρος των μεγάλων επιχειρήσεων στις γιορτές.
Σε αυτό το πλαίσιο, εξάλλου, είχαν προηγηθεί οι δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών ότι κριτήριο για τα μέτρα είναι «η εφαρμοσιμότητά» τους, το τι «κόστος» δηλαδή έχουν τα αναγκαία μέτρα προστασίας του λαού σε σχέση με το «όφελος» που έχουν για το κεφάλαιο τα πρωτόκολλα - λάστιχο. Ετσι, τα αιτήματα των μαθητών, γονιών και εκπαιδευτικών κρίνονται ως «απαγορευτικό κόστος», ενώ με ...ατράνταχτα επιχειρήματα, του στιλ «δεν γεννάμε λεωφορεία», απαντούν στο αίτημα για αραίωση στα ΜΜΜ και προσλήψεις νέων οδηγών.
Αυτή είναι η σταθερή «πυξίδα», όσο κι αν αξιοποιεί κατά το δοκούν τα επιστημονικά δεδομένα κόβοντας και ράβοντάς τα στα μέτρα αυτά.
Με το ίδιο αυτό κριτήριο όχι μόνο δεν βάζει χέρι στον ιδιωτικό τομέα Υγείας, δεν προχωρά στην αναγκαστική επίταξή του με ένταξή του στο σχεδιασμό του δημόσιου συστήματος αλλά χρυσοπληρώνει υπηρεσίες του εν μέσω πανδημίας, δίνοντας «δωράκια» στους αντίστοιχους ομίλους.
Αλλά, αλήθεια, μήπως όλα αυτά δεν είναι τα κριτήρια με τα οποία και ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει από την κυβέρνηση να καταρτίσουν «ένα κοινό σχέδιο», «με έναν κοινό υπουργό Υγείας», «να ξαναβάλει πλάτη», όπως λένε τα στελέχη του;
Με τα ίδια αυτά κριτήρια δεν κατηγορούσε την κυβέρνηση ότι «καθυστερεί αδικαιολόγητα» το άνοιγμα του Τουρισμού με τα πρωτόκολλα των ομίλων, ενώ ξεσπάθωνε ότι «ο Τουρισμός μπαίνει στο απόσπασμα» με αφορμή την πρόθεση της κυβέρνησης, αντί για τεστ και άλλα ουσιαστικά μέτρα, να ζητάει από τους ταξιδιώτες... τη συμπλήρωση μιας φόρμας;
Την υπογραφή και της δικής του κυβέρνησης, που υλοποίησε απαρέγκλιτα την πολιτική της εμπορευματοποίησης, δεν φέρει και το σημερινό χάλι στην Υγεία; Η τραγική κατάσταση στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς δεν είναι αποτέλεσμα της «συνέχειας του κράτους» στην πολιτική της «απελευθέρωσης» των συγκοινωνιών που ακολούθησε;
Η «μετάφραση» των κυνικών ομολογιών κυβέρνησης και αστικών κομμάτων θα μπορούσε να είναι κι αυτή: «Αν βάζαμε μπροστά τις ανάγκες του λαού, τότε θα έχαναν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, το κεφάλαιο». Αυτούς λοιπόν είναι που πρέπει να σημαδέψει η λαϊκή πάλη τώρα, ακόμα πιο αποφασιστικά!